«Οι Ανεξάρτητες Αρχές στοχεύουν στην προστασία των πολιτών και του κοινωνικού συνόλου από τον κίνδυνο κρατικών αυθαιρεσιών στους ευαίσθητους τομείς των προσωπικών δεδομένων, του απορρήτου των επικοινωνιών και στη διασφάλιση της διαφάνειας και αμεροληψίας στους τομείς των προσλήψεων και της παροχής ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών.»
Οι διαρκώς μεταβαλλόμενες οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές συνθήκες, έχουν αναγάγει τη θεσμική ενίσχυση των Ανεξαρτήτων Αρχών στην Ελλάδα σε προτεραιότητα για την προστασία των πολιτών. Κατά τη διάρκεια της θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης, αρκετές Ανεξάρτητες Αρχές βρέθηκαν στο επίκεντρο της επικαιρότητας εξαιτίας της προσπάθειας αποδυνάμωσής τους, όπως έγινε με την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (Ν. 4339/2015) για το διαγωνισμό χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών, ο οποίος στη συνέχεια κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Σε αυτό το πλαίσιο, η Νέα Δημοκρατία καθ’ όλη τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης, ανέδειξε την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 101Α του Συντάγματος που αφορά τη συγκρότηση των Ανεξαρτήτων Αρχών, προκειμένου να επιτελέσουν τον ρόλο που τους έχει αποδοθεί από το Σύνταγμα, δηλαδή του εγγυητή της ισορροπημένης κρατικής παρέμβασης.
Οι Ανεξάρτητες Αρχές στοχεύουν στην προστασία των πολιτών και του κοινωνικού συνόλου από τον κίνδυνο κρατικών αυθαιρεσιών στους ευαίσθητους τομείς των προσωπικών δεδομένων, του απορρήτου των επικοινωνιών και στη διασφάλιση της διαφάνειας και αμεροληψίας στους τομείς των προσλήψεων και της παροχής ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών. Η λειτουργική τους ανεξαρτησία εξασφαλίζεται και από το γεγονός ότι ούτε τα ίδια ούτε οι πράξεις τους δεν υπόκεινται σε εποπτεία ή έλεγχο από κυβερνητικές ή διοικητικές αρχές παρά μόνο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, υποβάλλοντας ετησίως έκθεση για τα πεπραγμένα τους στον Πρόεδρο της Βουλής.
Σήμερα η Βουλή, μέσω της Αναθεώρησης του Συντάγματος, κάνει ένα μεγάλο βήμα προς την ενίσχυση της λειτουργίας και τον απεγκλωβισμό των Ανεξαρτήτων Αρχών. Η ΝΔ, με νηφαλιότητα, επιδιώκει τη συναίνεση της Αντιπολίτευσης, με σκοπό την αναθεώρηση της παραγράφου 2 του άρθρου 101Α του Συντάγματος, καθιστώντας με αυτόν τον τρόπο ευκολότερη την εκλογή των μελών της Διοίκησης των Ανεξαρτήτων Αρχών, απελευθερώνοντας αυτές από τα «δεσμά» της αυξημένης πλειοψηφίας των 4/5 ή της ομοφωνίας της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, η οποία έχει οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις σε παρατεταμένη αδυναμία συγκρότησής τους.
Η ομοφωνία και η αυξημένη αυτή πλειοψηφία είναι πολλές φορές δύσκολο να επιτευχθεί εξαιτίας μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, με αποτέλεσμα να παραμένουν αδρανείς οι Ανεξάρτητες Αρχές, να αδυνατούν να επιτελέσουν το έργο τους ή ακόμα χειρότερα να παραμένουν στη διοίκηση των Ανεξαρτήτων Αρχών πρόσωπα για μακρύ και μη εύλογο χρόνο και μετά τη λήξη της θητείας τους, δηλαδή, πέραν των δύο ετών και πολλές φορές για μια σχεδόν πλήρη θητεία.
Αυτή η «ανωμαλία» μπορεί πλέον να ξεπεραστεί με την ευέλικτη πρόταση της ΝΔ για την αναθεώρηση της παραγράφου 2 του 101Α του Συντάγματος για εκλογή των μελών των Ανεξαρτήτων Αρχών με την αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής. Η προτεινόμενη αυτή πλειοψηφία παραμένει μια αυξημένη πλειοψηφία, που μαρτυρά ευρεία συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων που εκπροσωπούνται στην Βουλή και αποτελεί θεσμική εγγύηση της προσωπικής ανεξαρτησίας των μελών των Ανεξαρτήτων Αρχών.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η προτεινόμενη παράταση της θητείας των μελών τους μέχρι τον ορισμό νέων. Η πρόταση αυτή αποτελεί δικλείδα ασφαλείας, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τυχόν καθυστερήσεις ή δυσχέρειες στην επίτευξη της αυξημένης πλειοψηφίας των 3/5 και να μην οδηγούνται οι Ανεξάρτητες Αρχές σε παραλυσία ούτε να γεννώνται ζητήματα νομιμότητας της συγκρότησης τους, που καθιστούν δικαστικά ακυρώσιμες τις αποφάσεις τους.
Η συζήτηση επί του άρθρου 101Α του Συντάγματος και η αναθεώρησή του αναδεικνύει μία μεγάλη αλήθεια. Η προσήλωση στη διασφάλιση της απρόσκοπτης και αποτελεσματικής λειτουργίας των θεσμών δεν είναι απλώς ζήτημα νομικών διατάξεων, έστω και συνταγματικού επιπέδου. Αλλά, και ζήτημα λειτουργίας του πολιτικού προσωπικού, κατανόησης της ευθύνης και του ρόλου του, το οποίο προϋποθέτει την έμπρακτη συνεννόηση και τη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για τη διασφάλιση της αρμονικής θεσμικής λειτουργίας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, εν προκειμένω δε, για την απρόσκοπτη και έγκαιρη στελέχωση των Ανεξαρτήτων Αρχών με πρόσωπα εγνωσμένου κύρους.