Ο κυβερνοπόλεμος των fake news

fake news

«Καθώς το αληθές διαπλέκεται με το ψευδές και χρησιμοποιείται δυναμικά στη διελκυστίνδα της εξωτερικής πολιτικής από τα ίδια τα κράτη, δημιουργείται μία νέα ανάγκη ανάληψης δράσης από την οργανωμένη δημοκρατική πολιτεία με στόχο την προστασία όχι μόνο των πολιτών αλλά και των εθνικών μας συμφερόντων.»

 

Η ροή της πληροφορίας είναι η ζωογόνος δύναμη της κοινωνίας. Εντούτοις, η στοχευμένη παραπληροφόρηση καθιστά τους πολίτες ευάλωτους σε κρίσεις που σχετίζονται με όλους τους σημαντικούς τομείς της ζωής μας: με τη δημόσια υγεία (π.χ. το θέμα του κορωνοϊού ή των εμβολίων), το περιβάλλον (π.χ. κλιματική αλλαγή και υπερθέρμανση του πλανήτη), την οικονομία (π.χ. διαρροή κερδοσκοπικών εκτιμήσεων για το χρηματιστήριο), την εσωτερική πολιτική (π.χ. τα κινήματα «της αγανάκτησης» στην αρχή της υφεσιακής περιόδου), τις διακρατικές σχέσεις (π.χ. τα γεωπολιτικά παιχνίδια ειρήνης – πολέμου που ζούμε τόσο έντονα εσχάτως).


Τα αλγοριθμικά μποτ –ειδικά προγράμματα που χρησιμοποιούν την δυνατότητα επεξεργασίας των υπολογιστών για τη διάχυση περιεχομένου μέσω ψεύτικων λογαριασμών– μολύνουν το διαδικτυακό πληροφοριακό οικοσύστημα. Όμως έρευνα του πανεπιστημίου MIT στις ΗΠΑ έδειξε ότι οι ψευδείς ειδήσεις (fake news) ταξιδεύουν έξι φορές γρηγορότερα από τις αληθείς μέσα από πραγματικούς λογαριασμούς χρηστών του διαδικτύου. Φαίνεται ότι η αλήθεια δυσκολεύεται να βρει ακροατήριο. Όλοι μας είμαστε δυνάμει καταναλωτές ψευδών ειδήσεων, όταν οι πληροφορίες ταιριάζουν στις απόψεις ή τις επιθυμίες μας και –μαζί με το αίσθημα ελπίδας ή φόβου – ενισχύουν τις προκαταλήψεις μας.


Φυσικά επιχειρήσεις επηρεασμού της κοινής γνώμης υπήρχαν πολύ πριν τα κοινωνικά δίκτυα (social media). Αλλά οι σύγχρονες διαδικτυακές επικοινωνιακές πρακτικές έχουν τέτοια δυνατότητα διάχυσης, που ενισχύουν τις υφέρπουσες απειλές για διατάραξη των διεθνών ισορροπιών, δημιουργώντας μία δυστοπία παγκόσμιας παραπληροφόρησης. Έτσι, η αλήθεια και η λογική θρυμματίζονται, υπονομεύοντας τη δημοκρατία και την ειρήνη παγκοσμίως.


Όταν εξαπολύεται μία κυβερνοεπίθεση από ένα κράτος, χρησιμοποιώντας τα fake news για να επηρεάσει καταστάσεις σε διεθνές επίπεδο, αυτό δεν πρέπει να θεωρείται πολεμική ενέργεια; Τουλάχιστον αυτή είναι η αίσθηση που δημιουργήθηκε ευρέως στην ελληνική κοινωνία με τις πρόσφατες εξελίξεις στο μεταναστευτικό – προσφυγικό ζήτημα και τις τουρκικές προκλήσεις. Πληθώρα ψευδών ειδήσεων που εκπορεύονται από το αυταρχικό τουρκικό καθεστώς αλιεύονται καθημερινώς από την Ελληνική Κυβέρνηση. Η παρότρυνση στους μετανάστες της Μόριας να συγκεντρωθούν στο λιμάνι της Μυτιλήνης, όπου δήθεν τους περίμενε πλοίο για να φύγουν, ανακοινώσεις ότι η Ελλάδα άνοιξε τα σύνορα, προειδοποιήσεις ότι η Ελληνική Κυβέρνηση παρέχει όπλα στους αγρότες για να πυροβολούν μετανάστες και ότι οι Ελληνικές Αρχές ρίχνουν βόμβες στον Έβρο, δηλώσεις για νεκρούς πρόσφυγες, είναι μερικές από τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις. Οι κυβερνοεπιθέσεις διασχίζουν σύνορα και επιχειρούν να επιβληθούν στις αληθινές ειδήσεις, κατασκευάζοντας εναλλακτικές πραγματικότητες, επιθυμητές και εύκολα πιστευτές.


Κι αν ο λόγος έχει τέτοια ισχύ, τότε πόσο περισσότερο επικίνδυνη είναι η εικόνα; Κι αν η εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, τότε πόσο περισσότερη δύναμη έχει ένα καλά σκηνοθετημένο βίντεο; Με αυτόν τον τρόπο οι διακρατικές διαφορές μεταφέρονται στο ηλεκτρονικό πεδίο μάχης με όπλο τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, η οποία αξιοποιείται κατεξοχήν από αυταρχικά καθεστώτα. Φτηνοί υπολογιστές και smartphones αντικαθιστούν τους ακριβούς πολεμικούς εξοπλισμούς ως μέσα επίδειξης ισχύος και άσκησης εξουσίας σε έναν ασύμμετρο πόλεμο χειραγώγησης των μαζών. Και καθώς τα «deep fake news» θα πληθαίνουν, πόσο εύκολο θα είναι για τον μέσο πολίτη να διακρίνει την αλήθεια από το ψέμα, αφού η δύναμη της εικόνας υπερισχύει συνήθως του λόγου και της λογικής;


Καθώς το αληθές διαπλέκεται με το ψευδές και χρησιμοποιείται δυναμικά στη διελκυστίνδα της εξωτερικής πολιτικής από τα ίδια τα κράτη, δημιουργείται μία νέα ανάγκη ανάληψης δράσης από την οργανωμένη δημοκρατική πολιτεία με στόχο την προστασία όχι μόνο των πολιτών αλλά και των εθνικών μας συμφερόντων.


Αυτό στην πράξη έχουμε δει ότι επιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα εικόνας και λόγου που μετέρχεται και η προπαγάνδα∙ με στόχο όμως την αποκατάσταση και προώθηση της αλήθειας. Με πάθος και όχι με την επιμελημένη σκηνοθεσία των fake news. Με εγρήγορση και πίστη στην αλήθεια ως αντίδοτο στο ψέμα. Και επιπλέον με συντονισμένη διεθνή συνεργασία, καθώς ήδη από το 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει μία ενιαία στρατηγική για την αντιμετώπιση της διάδοσης ψευδών ειδήσεων.


Επομένως, επείγουσα προτεραιότητα του επιτελικού κράτους είναι να βοηθήσουμε τους πολίτες να κατανοήσουν την ανάγκη διάκρισης αληθών και ψευδών πληροφοριών. Να ενεργοποιήσουμε τόσο τους γνωστικούς μηχανισμούς κριτικής και ελέγχου όσο και τα τεχνολογικά εργαλεία που θα μας επιτρέπουν να διαλύουμε τις επιθέσεις των fake news, ανιχνεύοντας τις εκστρατείες παραπληροφόρησης απ’ όπου κι αν προέρχονται. Η κριτική σκέψη, εξάλλου, αναγνωρίζεται ως η ύψιστη μη-τεχνική δεξιότητα (soft skill) στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης.

 

Ως εκ τούτου, πρώτιστη μέριμνα της εκπαιδευτικής μας πολιτικής είναι η ενίσχυση της κριτικής ικανότητας μέσω νέων προγραμμάτων σπουδών, σεμιναρίων, ενισχυτικών δράσεων, ενημερώσεων και μαθημάτων, κυρίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Δεν θέλουμε τα παιδιά μας λεία του ιού της παραπληροφόρησης. Θέλουμε να αποτελέσουν τη νέα, φρέσκια, πνευματικά υγιή φρουρά των πολιτών της πατρίδας και της δημοκρατίας. Με κριτική διάθεση και αδούλωτο πνεύμα.