“…η σύνδεση της αγροτικής παραγωγής με το οικοσύστημα έρευνας και καινοτομίας αποτελεί μια ελπιδοφόρα πρόκληση για την Ελλάδα. Στηριζόμενη στις μεσογειακές γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες, τη μακραίωνη αγροτική παράδοση αλλά και το ελληνικό ερευνητικό και επιχειρηματικό ταλέντο, η χώρα μας μπορεί να συνδυάσει δοκιμασμένες παραδοσιακές πρακτικές με καινοτόμες ψηφιακές και βιοτεχνολογικές λύσεις.“
Ο πρωτογενής τομέας παραγωγής αποτελεί αδιαμφισβήτητο θεμέλιο ανάπτυξης για την ελληνική και παγκόσμια οικονομία. Ωστόσο, οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο κλάδος της αγροδιατροφής είναι πρωτοφανείς: αφενός, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού κατά 40% μέχρι το 2050 καθιστά αναγκαία την αύξηση της παραγωγής τροφίμων και, αφετέρου, η κλιματική αλλαγή επιτάσσει δραστικές αλλαγές, προκειμένου να περιοριστεί η σπατάλη των τροφίμων, η αλόγιστη χρήση των υδάτινων πόρων, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και η υποβάθμιση του εδάφους.
Πολύτιμος σύμμαχος στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων αναδεικνύεται η τεχνολογική καινοτομία, όπως φάνηκε και κατά τη διεξαγωγή ειδικής συνεδρίασης της Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής με θέμα «Αγροτεχνολογία, καινοτομία και επιχειρηματικότητα». Κατά τις εργασίες της Επιτροπής επισημάνθηκε η συμβολή των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στην επίτευξη σημαντικών στόχων, όπως η αύξηση της αγροτικής παραγωγής με ταυτόχρονη εξοικονόμηση πόρων και με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, η μείωση σε απαιτούμενο χρόνο, μόχθο και χρήμα προς όφελος των αγροτών, η προσέλκυση νέων εργαζομένων στον κλάδο της αγροδιατροφής, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα αγροτικά προϊόντα που παράγονται αξιοποιώντας βέλτιστες καινοτόμες πρακτικές και η αύξηση του ΑΕΠ που προέρχεται από τον πρωτογενή τομέα.
Επιπλέον, από τη σχετική συζήτηση προέκυψαν προτάσεις για τον αποτελεσματικό μετασχηματισμό του εγχώριου αγροδιατροφικού τομέα, όπως: α) ανάπτυξη αμφίδρομης σχέσης και συνεργασίας με τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, εστιάζοντας περισσότερο στις ανάγκες των παραγωγών, β) δημιουργία αγροδιατροφικών κόμβων καινοτομίας, γ) σταθερή χρηματοδότηση για όλα τα στάδια ανάπτυξης της αγροτεχνολογικής καινοτομίας και δ) ενίσχυση των νεοφυών startup επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, με έμφαση στις περιφέρειες της επικράτειας.
Αναγνωρίζοντας την αγροτική οικονομία ως τομέα προτεραιότητας για την Ελλάδα, η κυβέρνηση έχει αναπτύξει μια σειρά συνεκτικών πρωτοβουλιών για τη σύνδεσή της με την έρευνα και την καινοτομία: ένταξη 225 καινοτόμων έργων αγροδιατροφής στο «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ» με συνολικό προϋπολογισμό 132,2 εκατομμύρια ευρώ, δημιουργία δύο θεματικών Κέντρων Ικανοτήτων για την ευφυή γεωργία και τα αγροδιατροφικά προϊόντα και επτά Συνεργατικών Σχηματισμών Καινοτομίας (Innovation Clusters) με διακριτό προϋπολογισμό και όρους συμμετοχής για την ανάπτυξη και αξιοποίηση καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών διεθνούς βεληνεκούς στον τομέα της Αγροδιατροφής. Επιπλέον, η σύσταση του Επενδυτικού Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών GR Pioneer Venture Capital Mutual Fund, με τη συμμετοχή της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων, στοχεύει κατεξοχήν στην ενίσχυση των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων του αγροδιατροφικού τομέα.
Η αλήθεια είναι ότι δεν καλούμαστε «να ανακαλύψουμε τον τροχό». Υπάρχουν σπουδαία παραδείγματα χωρών που μπορούν να δώσουν έμπνευση και να λειτουργήσουν καθοδηγητικά. Συγκεκριμένα για τον τομέα της αγροτεχνολογίας, χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ολλανδίας. Πρόκειται για μία χώρα μικρότερη από την Ελλάδα, που έχει καταφέρει, αξιοποιώντας δυναμικά τη συνεργασία ανάμεσα στα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, το κράτος και τις επιχειρήσεις, να γίνει ο δεύτερος εξαγωγέας τροφίμων στον κόσμο.
Επομένως, η σύνδεση της αγροτικής παραγωγής με το οικοσύστημα έρευνας και καινοτομίας αποτελεί μια ελπιδοφόρα πρόκληση για την Ελλάδα. Στηριζόμενη στις μεσογειακές γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες, τη μακραίωνη αγροτική παράδοση αλλά και το ελληνικό ερευνητικό και επιχειρηματικό ταλέντο, η χώρα μας μπορεί να συνδυάσει δοκιμασμένες παραδοσιακές πρακτικές με καινοτόμες ψηφιακές και βιοτεχνολογικές λύσεις. Η υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης δεν θα έχει μόνο σημαντικό οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο∙ θα αφήσει και ιστορικό αποτύπωμα, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή για την ελληνική αγροδιατροφή.